Νέα και ανακοινώσεις

ΕΤΕ: Ευεργετική η επίδραση των ευρωπαϊκών πόρων για τις ΜμΕ

Σε ένα περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας σε παγκόσμια κλίμακα λόγω κλιματικών, γεωστρατηγικών και πολιτικών εξελίξεων, η επενδυτική διάθεση των επιχειρήσεων δέχεται σημαντικές πιέσεις καθώς η ισχύς βασικών υποθέσεων των σχεδίων τους γίνεται αμφίβολη. Σε αυτό το πλαίσιο, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας (ΕΤΕ) αξιοποίησε την τακτική έρευνά της σε 600 ΜμΕ για να ανιχνεύσει τυχόν μεταβολές στην επενδυτική συμπεριφορά του ελληνικού επιχειρείν.

Παρά τα σημάδια αυξημένης αβεβαιότητας, η επενδυτική διάθεση των ελληνικών ΜμΕ παραμένει σε υγιή επίπεδα, με το 1/2 αυτών να δηλώνει πως σχεδιάζει επενδύσεις για την επόμενη τριετία (ποσοστό αντίστοιχο με της προηγούμενης τριετίας).
Όσον αφορά τον κεντρικό στόχο των επενδυτικών σχεδίων, διακρίνουμε μια ισόρροπη κατανομή ανάμεσα σε:
(i) μεγέθυνση (κυρίως για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις) και

(ii) ενίσχυση αποτελεσματικότητας (κυρίως για τις μεσαίες επιχειρήσεις) είτε μέσω αύξησης παραγωγικότητας είτε μέσω μείωσης κόστους.

Κομβικός παραμένει ο ρόλος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών προγραμμάτων (όπως ΕΣΠΑΤαμείο Ανάκαμψης και Αναπτυξιακός), καθώς πρόθεση αξιοποίησής τους εκφράζει το ¼ των ΜμΕ  (53% όσων επενδύουν) – ποσοστό αντίστοιχο με την προηγούμενη τριετία. Εστιάζοντας ενδεικτικά στο Ταμείο Ανάκαμψης, δεδομένου ότι η συνολική απορρόφηση πόρων από την Ελλάδα είναι σχετικά υψηλή (42% των πόρων που της αναλογούν), το βασικό στοίχημα πλέον ανάγεται στην όσο πιο άμεση αξιοποίησή τους από τους τελικούς δικαιούχους (27% των πόρων προς τις τράπεζες  έχει εγκριθεί και συμβασιοποιηθεί). Συγκεκριμένα, καθώς η έγκριση των δανείων είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο, ζητούμενο αποτελεί αρχικά,

(i) η ταχύτερη δυνατή αδειοδότηση και στη συνέχεια,

(ii) μια αποτελεσματική κατασκευαστική διαδικασία με τις μικρότερες χρονοκαθυστερήσεις.

Παράλληλα, η έρευνα της ΕΤΕ ανέδειξε ένα «σχετικό δισταγμό» των επιχειρήσεων για αιτήσεις, καθώς μόλις το 7% των ΜμΕ (1/3 αυτών με δυνητικό ενδιαφέρον) έχουν καταθέσει αίτηση για αξιοποίηση του προγράμματος. Εστιάζοντας στους παράγοντες που φρενάρουν τις επιχειρήσεις, η έλλειψη ολοκληρωμένων επενδυτικών σχεδίων αναδεικνύεται ως κυρίαρχο πρόβλημα για το 7% του τομέα – φανερώνοντας ανάγκη για καθοδήγηση και αναβάθμιση του οικονομικού εγγραμματισμού τους. Ακολουθούν δυσκολίες στη συγκέντρωση του απαιτούμενου κεφαλαίου και αναμονή για κατάλληλα προγράμματα (3% και 1% των ΜμΕ αντίστοιχα), υποδεικνύοντας ανάγκη ενημέρωσης για διαθέσιμες επιλογές.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να προχωρήσουν οι ίδιες σε χρήση προγραμμάτων για τις επενδύσεις τους, αναγνωρίζουν αξία από την ευρύτερη συνεισφορά των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Συγκεκριμένα, το 45% του τομέα εκτιμά ότι θα έχει δευτερογενείς ωφέλειες σε όρους πωλήσεων ή/και αποδοτικότητας μέσω ευρύτερων έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο (επιπλέον του 9% του τομέα που εκτιμά άμεσα οφέλη μέσω δικών του επενδύσεων). Σημειώνεται ότι τα οφέλη των χρηματοδοτικών προγραμμάτων φαίνεται να διαχέονται σε εντονότερο βαθμό σε επιχειρήσεις της περιφέρειας, συμβάλλοντας έτσι στην ισόρροπη κατανομή της οικονομικής ανάπτυξης.

 

Δείτε εδώ την μελέτη της ΕΤΕ

Αφήστε μια απάντηση